Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

«Η Μεταμόρφωση» - Franz Kafka

Από τα δημοφιλέστερα έργα του Κάφκα είναι τούτη η νουβέλα, η οποία δημοσιεύτηκε όσο ακόμη ζούσε ο εβραίος συγγραφέας.

εκδ. Βημα (2013)
σελ. 159
μτφρ. Βασίλης Τομανάς
πρωτ. Die Verwandlung (1915)

Ο Γκρέγκορ Σάμσα, εμπορικός αντιπρόσωπος, ζει με την οικογένειά του. Ένα πρωί, ξυπνώντας, διαπιστώνει πως έχει μεταμορφωθεί σε κατσαρίδα! Τότε, οι ισορροπίες στο σπίτι του θα αλλάξουν δραστικά. Ο Γκρέγκορ, από εκεί που συντηρούσε την οικογένειά του, θα καταντήσει να γίνει βάρος και ντροπή για τους γονείς του. Η αδερφή του μοιάζει να αποδέχεται περισσότερο την κατάστασή του, φροντίζοντάς τον με αρκετή στοργή και τρυφερότητα, όμως κι αυτή σιγά σιγά θα λυγίσει υπό το βάρος της ανείπωτης δυστυχίας που (θεωρούν ότι) τους βρήκε.


Αντίθετα με τη Δίκη, εδώ απουσιάζει το γνωστό καφκικό κλίμα. Η συνεχής απροσδιόριστη απειλή, η άρρητη αποδοχή ευθύνης και η βεβαιότητα της αναπόφευκτης τελικής τιμωρία, που πρωταγωνιστούν στη Δίκη, εδώ απουσιάζουν εντελώς. Αντιθέτως, στο έργο αυτό έχουμε να κάνουμε με την ευθέως δηλούμενη απογοήτευση ενός ανθρώπου, που βλέπει την οικογένειά του όχι μόνο να μην τον στηρίζει σε μια δύσκολη κατάσταση που (πρωτίστως εκείνος) βιώνει, αλλά και θέλει να τον ξεφορτωθεί, σαν κάποιο ενοχλητικό βαρίδι που εμποδίζει την εξέλιξη της ζωής τους. Πιθανώς, ο Κάφκα, μέσα στην απογοήτευσή του για τις άσχημες οικογενειακές του σχέσεις, σκεφτόταν πώς θα αντιδρούσαν οι δικοί σε μια υποτιθέμενη περίπτωση που θα του συνέβαινε κάτι, και αυτό φαίνεται να είναι η Μεταμόρφωση : οι εικασίες του για μια τέτοια υποτιθέμενη περίπτωση.
 

Ένα έργο βαθιά μελαγχολικό, το οποίο καταδεικνύει την όχι και τόσο ομαλή σχέση του Κάφκα με την οικογένειά του. Στο αυτί του βιβλίου αναφέρεται ότι "... οι σχέσεις με τον αυταρχικό και άξεστο πατέρα του, στοίχειωσαν τη ζωή του ολόκληρη" και αυτό ακριβώς πραγματεύεται η Μεταμόρφωση. Ο κεντρικός ήρωας, Γκρέγκορ, είναι η περσόνα του ίδιου του Κάφκα και μέσα από το έργο αυτό επιχειρεί να γνωστοποιήσει (και να εκφράσει το παράπονό του για) το πώς τον αντιμετωπίζουν οι πλέον κοντινοί του άνθρωποι.
 
Έχοντας διαβάσει την Μεταμόρφωση, μετά τη Δίκη, τείνω στην άποψη ότι ο Κάφκα έγραφε για ό,τι τον έτρωγε - την άσχημη σχέση του με την οικογένειά του (και ειδικότερα με τον πατέρα του) δηλαδή, και πιθανώς δεν σκόπευε να θίξει πανανθρώπινα και κοινωνικά ζητήματα (όπως π.χ. το θέμα της γραφειοκρατικής λαίλαπας ενός παντοδύναμου και αδηφάγου κράτους, όπως διάφορες αναλύσεις ερμηνεύουν τη Δίκη). Βέβαια, επιφυλάσσομαι για όταν θα έχω διαβάσει περισσότερα έργα του και θα έχω μια σαφέστερη εικόνα.


Διάβασα τη Μεταμόρφωση από την έκδοση του Βήματος, που περιλαμβάνει έργα που είχαν αρχικά λογοκριθεί. Όμως, πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω για ποιον λόγο μπορεί να έχει λογοκριθεί το συγκεκριμένο έργο.

[φωτο : 1&3.εξώφυλλο, 2.guardian.co.uk]



Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

«Σου έχω εμπιστοσύνη» - F. Abate & M. Carlotto

O συγκεκριμένος τίτλος, θεωρώ πως είναι κάπως άχρωμος και δεν συνοψίζει σε καμία περίπτωση την ιστορία του βιβλίου. Ένας πιο ταιριαστός τίτλος θα ήταν "Οι περιπέτειες ενός τυχοδιώκτη".

εκδ. Καστανιώτη (2009)
σελ. 169
μτφρ. Δήμητρα Δότση
πρωτ
. Mi fido di te (2007)


Ο Τζίτζι Βιανέλο είναι ο ορισμός του τυχοδιώκτη. Κυνηγάει την πλούσια ζωή και έχει καταλήξει στο ότι για να την αποκτήσει, πρέπει να περάσει την γραμμή που χωρίζει τη νομιμότητα απ΄την παρανομία. Ξεκινά ως ντίλερ χαπιών και μετά από κάποια τερτίπια της μοίρας, θα μπει στον κόσμο της νοθείας τροφίμων. Όλα πηγαίνουν όπως τα σχεδιάζει, μέχρι που γνωρίζει την Μαριούτσα Σίνις, μια πανέμορφη 35χρονη παντρεμένη, που μοιάζει απελπισμένη και τελικά θα τον βάλει άθελά της σε περιπέτειες, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με πανίσχυρους νονούς της Σαρδηνίας.

Χαρακτηριστική είναι η εμμονή του ήρωα με την ποιότητα του φαγητου. Λόγω της εμπλοκής του στην νοθεία τροφίμων, γνωρίζει πολύ καλά τις απάτες που συμβαίνουν και τι σκουπίδια πλασάρονται ως ποιοτικά και υγιεινά. Έτσι, ο ίδιος προσέχει πάρα πολύ τι καταναλώνει. Στο εστιατόριο που διατηρεί (ως κάλυψη για τις παρανομίες του) χρησιμοποιούνται αποκλειστικά ανόθευτα υλικά που επιλέγει ο ίδιος και φυσικά είναι το μόνο μέρος που τρώει.

Χωρίς να είναι κάτι το εξαιρετικό, το μυθιστόρημα αυτό έχει την ιδιαιτερότητα να ασχολείται με τη νοθεία τροφίμων, μία παράνομη δραστηριότητα πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία, παραδόξως, δεν αποτελεί συχνά αντικείμενο έρευνας από τα Μ.Μ.Ε., παρότι αφορά άμεσα όλους μας.

Κατά τα λοιπά, ο κεντρικός ήρωας (που από την οπτική του γωνία μαθαίνουμε την ιστορία) αν και ικανοποιητικά σκιαγραφημένος, εντούτοις δεν κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθειά μου. Το σασπένς απουσιάζει εντελώς, ενώ στο τέλος η ιστορία μοιάζει να κόβεται απότομα - εκεί που ο Βιανέλο είναι πέρα για πέρα χαμένος και φαίνεται να έχει βρει μια  σωτήρια λύση, τελικά δεν μαθαίνουμε τι απέγινε. Έπιασε το σχέδιό του; Σώθηκε; Δεν γλίτωσε; Με την απορία θα μείνουμε…


Επίσης, λίγο κουραστική καταντά η συνεχής επανάληψη μιας ειρωνικής στιχομυθίας, κατά την οποία διάφοροι ανυποψίαστοι παραπονούνται για αδιαθεσία, ο Βιανέλο τους προειδοποιεί για τροφική δηλητηρίαση και οι ίδιοι δηλώνουν βέβαιοι πως πρόκειται για ίωση, αφού η μισή πόλη υποφέρει από τα ίδια συμπτώματα.

Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως το συγγραφικό δίδυμο από την Ιταλία, μας αναγκάζει να σκεπτόμαστε διπλά κάθε φορά που αγοράζουμε τρόφιμα από το σουπερ-μάρκετ ή παραγγέλνουμε ένα γκουρμέ πιάτο σε κάποιο ακριβό εστιατόριο.

Όσον αφορά στην έκδοση, να εκφράσω τη δυσαρέσκειά μου, καθώς σε πολλά σημεία γίνεται απρόσεκτη χρήση των εισαγωγικών, με αποτέλεσμα να αλλοιώνονται πολλοί διάλογοι. Ανεπίτρεπτο λάθος για εκδόσεις του βεληνεκούς του Καστανιώτη.

Μια γεύση από τις πρώτες σελίδες δίνεται στην ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου.

 [φωτο : 1. biblionet.gr, 2. preventdisease.com]

 

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

«Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ» - Stuart Neville

Είναι απ'τις λίγες φορές που τα διθυραμβικά σχόλια στο οπισθόφυλλο και στο εξώφυλλο ενός βιβλίου, αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα και δεν εξυπηρετούν μοναχά τους σκοπούς του μάρκετινγκ. Το σχόλιο, λοιπόν, "το καλύτερο βιβλίο πρωτοεμφανιζόμενου που έχω διαβάσει εδώ και χρόνια" στο εξώφυλλο, που αποδίδεται στον James Ellroy, με βρίσκει 100% σύμφωνο.

εκδ. Μεταίχμιο (2010) - σελ. 462
μτφρ. Βάσια Τζανακάρη
πρωτ. The twelve (UK) - The ghosts of Belfast (USA)


Το πρωτόλειο του βορειοιρλανδού συγγραφέα είναι περισσότερο ένα καταιγιστικό κατασκοπικό-πολιτικό θρίλερ, παρά ένα αστυνομικό μυθιστόρημα (βεβαία, καταλαβαίνω πως, ίσως στην προώθηση βοηθά καλύτερα ο χαρακτηρισμός "αστυνομικό" - το μάρκετινγκ που λέγαμε παραπάνω).

Ο 45χρονος Τζέρι Φέγκαν έχει προσφάτως αποφυλακιστεί μετά την καταδίκη του για δολοφονίες που είχε διαπράξει ως μέλος του IRA (Irish Republican Army). Τώρα, ντροπιασμένος για τις επιλογές της ζωής του (για τις οποίες ακόμη κι η μητέρα του ντρέπεται που τον γέννησε), στρέφεται στο αλκοόλ. Κάθε βράδυ, μόνος του, καταπνίγει τις τύψεις του στο ποτό. Ώσπου ένα βράδυ, θα εμφανιστούν μπροστά του οι σκιές των ανθρώπων που είχε δολοφονήσει, οι οποίες και τον προστάζουν να αποδώσει ενός είδους δικαιοσύνη. Θα πρέπει να σκοτώσει τους ηθικούς αυτουργούς των φόνων που ο ίδιος είχε διαπράξει, διαφορετικά δεν πρόκειται οι σκιές να τον αφήσουν ήσυχο. Και όλα αυτά, εν μέσω των διαπραγματεύσεων για την εγκαθίδρυση της ειρήνης στην Β. Ιρλανδία.

Ενώ αρχικά εκτελεί με σχετική ευκολία τους στόχους του, στην πορεία αρκετοί καταλαβαίνουν ότι αυτός ευθύνεται και τα πάντα πάρουν ανεξέλεγκτη τροπή. Διαφθαρμένοι πολιτικοί, νονοί του υποκόσμου με γκανγκστερικές μεθόδους, πουλημένοι και εξαρτημένοι αστυνομικοί, μυστικοί πράκτορες και μικροκακοποιοί θα αναμιχθούν. Πολλοί θέλουν πλέον να αφανίσουν τον Φέγκαν, και συμμαχούν προς τον σκοπό αυτόν, αλλά και τα ατομικά συμφέροντα του καθενός, τα οποία είναι ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενα, παίζουν τον ρόλο τους.
Παράλληλα με την σταυροφορία που έχει (αναγκαστεί απ'τις σκιές να) αρχίσει, ο Φέγκαν, έρχεται κοντά με μια γυναίκα (ανιψιά ενός από τα θύματά του) και την κορούλα της, οι οποίες και θα μπουν στο μάτι του κυκλώνα μαζί του.


Η πλοκή είναι σφιχτοδεμένη και καταιγιστική, κρατώντας διαρκώς τον αναγνώστη σε εγρήγορση. Οι χαρακτήρες πειστικότατοι, και το σασπένς βρίσκεται σε κάθε σελίδα, ενώ οι αναφορές στις διαμάχες για την ένωση της Ιρλανδίας με τη Βρετάνια και τις πρακτικές παραστρατιωτικών οργανώσεων, δίνουν μια πολιτική χροιά στο μυθιστόρημα.

Όσον αφορά την ποιότητα της έκδοσης, να παρατηρήσω ότι το χαρτί της συγκεκριμένης τείνει έντονα στο paperback, γεγονός που γενικότερα  δεν με βρίσκει καθόλου αντίθετο, ελπίζοντας βέβαια να δούμε και τα ανάλογα αποτελέσματα στις τιμές των βιβλίων.

Τέλος, καθώς το διάβαζα, σκεφτόμουν ότι το βιβλίο ετούτο είναι ό,τι πρέπει για μεταφορά στη μεγάλη οθόνη. Δεν ξέρω αν είναι στα σκαριά κάποια παραγωγή - αν δεν είναι, θα παρακαλούσα τον Guy Ritchie να πάρει τηλέφωνο τον Vinnie Jones και να ξεκινήσουν αμέσως τα γυρίσματα.


Και ένα βίντεο, στο οποίο ο Neville, εν μέσω ζυθοποσίας, εξηγεί πώς εμπνεύστηκε το μυθιστόρημα αυτό.




Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

«Ο ξένος» - Albert Camus

Τούτη η νουβέλα είναι από τα πιο γνωστά έργα του γάλλου συγγραφέα (μαζί με την Πανούκλα και την Πτώση).

εκδ. Γράμματα (1990) - σελ. 123
μτφρ. Λίλα Παπαδούλη-Γκινάκα
πρωτ. L'etranger (1942)

Αλγέρι, γύρω στο 1940. Ο Μερσώ, υπάλληλος σε μια εταιρεία στην επαρχία ζει μια βαρετή ζωή, χωρίς κάτι το αξιοσημείωτο – όχι από αδυναμία ή λόγω κάποιου προβλήματος, αλλά επειδή απλώς αδιαφορεί. Αδιαφορεί σχεδόν για τα πάντα, τίποτα δεν του φαίνεται αρκετά ενδιαφέρον ώστε έστω να τον ενθουσιάσει λίγο ή έστω να του αποσπάσει την προσοχή. Η καθημερινότητα του κυλά εντελώς μηχανικά, θαρρείς και κάποιος τον έχει κουρδίσει για τις λειτουργίες που πρέπει να εκτελεί. Δέχεται τα πάντα, συμβιβάζεται με όλα, ακόμα και με αυτά που δεν του αρέσουν.
Και παρόλο που στη ζωή του αρχίζουν να συμβαίνουν συγκλονιστικά γεγονότα που ανατρέπουν αμετάκλητα την ύπαρξή του, εξακολουθεί να δείχνει παγερά αδιάφορος.

Στο ξεκίνημα κιόλας του έργου, ο ήρωας πληροφορείται τον θάνατο της μητέρας του. Νωχελικός και απαθής, ζητάει άδεια από τον διευθυντή του, και κατά την τελετή δεν χύνει ούτε δάκρυ. Τη Δευτέρα το πρωί, σαν να εκπλήρωσε κάποια τυπική του υποχρέωση, επέστρεψε, σαν να μην συνέβαινε τίποτα, στην δουλειά του και στην καθημερινότητά του.

Ο Μερσώ στην πραγματικότητα δεν κάνει επιλογές. Του προτείνουν κάτι, το δέχεται ή όχι - έτσι, απλά, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη - τον ρωτούν κάτι, απαντά σχεδόν πάντα μονολεκτικά, η φίλη τού τον ρωτά αν την αγαπά, απαντά ένα ξερό όχι, του λέει να παντρευτούν και απλώς δέχεται.


Η νουβέλα χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ δυνατό. Ο Μερσώ μας αφηγείται τα συγκλονιστικά γεγονότα που του συνέβησαν, μέσα από τα οποία βλέπουμε τη γενικότερη στάση του προς την ζωή. Απαθής, αδρανής, αδιάφορος για το οτιδήποτε, λιγομίλητος επειδή συνήθως "δεν έχει κάτι να πει", απαντά σε όλους με μια ωμή ευθύτητα, εκφράζει πάντα αυτό που αισθάνεται (συνήθως αδιαφορία) χωρίς να ωραιοποιεί τα αισθήματά του.

Το δεύτερο μέρος είναι πιο αδύναμο. Περισσότερος ένας εσωτερικός μονόλογος, κατά τον οποίο εκφράζει ρητά την πλήρη αδιαφορία του για όλα (άποψη εν πολλοίς που ανήκει στον συγγραφέα) ακόμα και για την επικείμενο αφανισμό του. Προσωπικά, προτιμώ η εκάστοτε άποψη να περνάει μυθιστορηματικά – όπως το πρώτο μέρος – μέσα από τις πράξεις του ήρωα, παρά να δίνεται πιο πεζά.

Λιτή και χωρίς φιοριτούρες η γραφή του Camus, προσδίδει μια ζωντάνια (που λείπει από τον ολωσδιόλου άνευρο ήρωα) με την πρωτοπρόσωπη αφήγησή του και μέσω του Μερσώ, εκθέτει την θέση του για το παράλογο και το α-νόητο της ανθρώπινης ύπαρξης.