Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

«Μπαρ Φλωμπέρ» - Αλέξης Σταμάτης

Υπάρχουν βιβλία τα οποία, όταν τα κλείνεις, αισθάνεσαι όμορφα για την διαδρομή που σου χάρισαν, αλλά συνάμα αισθάνεσαι και μια μελαγχολία για τον αποχωρισμό.
Ένα τέτοιο βιβλίο είναι το «Μπαρ Φλωμπέρ».

Τέλη της δεκαετίας του 1990. Ο σαραντάχρονος δημοσιογράφος Γιάννης Λουκάς, καθώς επιμελείται το υλικό για την βιογραφία του πατέρα του, βρίσκει ένα παλιό χειρόγραφο ενός άγνωστου συγγραφέα, ονόματι Λουκά Ματθαίου. Ο Γιάννης το παίρνει, το ξεφυλλίζει, και καταλήγει να το διαβάσει απνευστί. Ο άγνωστος συγγραφέας κάτι άγγιξε μέσα του· μάλιστα, σε τέτοιον βαθμό που χωρίς καλά-καλά να το καταλάβει, θα ξεκινήσει ένα οδοιπορικό για να ανακαλύψει την ζωή του Λουκά Ματθαίου – και γιατί όχι; ίσως και τον ίδιον.

Μου πήρε περίπου δύο εβδομάδες να το ολοκληρώσω. Όχι γιατί δεν είχε ενδιαφέρον. Απεναντίας. Χωρίς μεν να έχει την πλοκή που σε κάνει να γυρνάς ανυπόμονα τις σελίδες, εντούτοις είναι η ιστορία που θέλεις να σου κρατήσει συντροφιά όσο περισσότερο καιρό γίνεται, αποτελώντας ένα σταθερό σημείο αναφοράς μέσα στην καθημερινότητά σου.

Το μυθιστόρημα ξεκινάει χλιαρά. Αλλά και όταν ξεπεράσει αυτήν την αρχική χλιαρότητα, δεν θα καταφύγει σε υπερβολές· θα παραμείνει ένα προσγειωμένο κείμενο. Δεν έχει εξάρσεις, ούτε κινηματογραφική γραφή. Διακρίνεται από μια ηρεμία και μία σταθερότητα, και κυρίως από μια εσωτερικότητα, η οποία όσο περνούν οι σελίδες γίνεται όλο και περισσότερο εμφανής.

Εκτός από τα στοιχεία (μιας στοιχειώδους) αστυνομικής περιπέτειας που συναντάμε, υπάρχουν επίσης αναφορές σε βιβλία και συγγραφείς, αναφορές στο επάγγελμα του Σταμάτη (αρχιτεκτονική), καθώς και ένα ελαφρύ πασπάλισμα ρομάντζου. Πέρα από αυτά, θα σταθώ σε δύο άλλα χαρακτηριστικά του : την αθωότητα της εποχής όπου γράφτηκε και το εμφανέστατο μεράκι με το οποίο γράφτηκε!
Επίσης, δεν πρέπει να παραλείψω να αναφερθώ και στους πανέξυπνους γρίφους και τα παιχνίδια με τις λέξεις, που είναι εξαιρετικά αληθοφανή και δένουν εξαιρετικά με την πλοκή.

Μου άρεσε το τέλος. Δεν ήταν βεβιασμένο, δεν ήταν ευφάνταστο, δεν ήταν μπλοκ-μπαστερικό. Ήταν ένα τέλος που ήρθε ως φυσιολογική συνέχεια όλων των προηγουμένων. Ήταν ένα τέλος που με έκανε να θέλω να μην φτάσω στο τέλος.


 

Τελικά τι είναι η ζωή; Είναι ένας δρόμος, στο τέλος του οποίου κατακτούμε κάτι ή φτάνουμε κάπου; Μετράει η διαδρομή; Μετράει ο τελικός προορισμός; Κι αν ναι, ποιος είναι αυτός ο προορισμός; Είναι ο ίδιος για όλους μας;

Αυτά τα ερωτήματα πραγματεύεται, κατά τη γνώμη μου, το «Μπαρ Φλωμπέρ», και μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι η πρώτη μου συνάντηση με την γραφή του Αλέξη Σταμάτη ήταν άκρως ευχάριστη – παραπάνω κι από τις προσδοκίες μου.





Ολοκληρώνοντας το βιβλίο, θαρρείς και το ίδιο ένιωσε την μελαγχολία μου, βάλθηκε να με αποχαιρετήσει με ένα ακόμα παιχνίδισμα : φτάνοντας στο οπισθόφυλλο, το μάτι μου έπεσε στην ημερομηνία αγοράς του βιβλίου, πέντε χρόνια πριν, στις 4 Ιουλίου· η ημερομηνία γενεθλίων του κεντρικού ήρωα καθώς και ημερομηνία του τέλους του οδοιπορικού του!


«Μπαρ φλωμπέρ»
Αλέξης Σταμάτης
εκδ. Κέδρος, 2000
σελ. 390

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

«Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» - Gillian Flynn

Το πρώτο μυθιστόρημα της Φλιν, Αιχμηρά αντικείμενα, δεν είχε πάρει καθόλου καλό βαθμό στην προσωπική μου κλίμακα, και πιθανότατα αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίον το συγκεκριμένο μπεστ-σέλερ είχε ξεμείνει για αρκετά χρόνια στην βιβλιοθήκη μου. Πίστευα ότι θα ήταν μια γλυκανάλατη ιστορία, το πολύ πολύ με λίγες πινελιές θρίλερ, αλλά τελικά διαψεύστηκα.

Η ανάγνωσή του πολυσέλιδου αυτού μυθιστορήματος ήταν απολαυστική, και φτάνοντας στην τελευταία σελίδα, η επικρατούσα σκέψη μου ήταν : «τι πανέξυπνη πλοκή!».

Η 38χρονή Έιμι εξαφανίζεται την ημέρα της πέμπτης επετείου του γάμου της. Ο σύζυγός της, Νικ, σύντομα καταλήγει να είναι ο κύριος  –ο μοναδικός–  ύποπτος για την εξαφάνισή της (ή και δολοφονία της;). Φυσικά ο ίδιος αρνείται κάθε κατηγορία. Ποια είναι η αλήθεια; Ποια μυστικά συμπληρώνουν το παζλ της υπόθεσης;

Κάθε κεφάλαιο είναι η αφήγηση του Νικ και της Έιμι εναλλάξ, και μάλιστα όχι σε γραμμική σειρά. Με αυτόν τρόπο παρακολουθούμε το πώς βιώνει ο Νικ την περιπέτεια της εξαφάνισης και των εις βάρος του κατηγοριών, αλλά επίσης μαθαίνουμε και την ιστορία της γνωριμίας και της σχέσης τους, από την πλευρά της Έιμι.
Προσωπικά, από νωρίς αισθάνθηκα να πλανιέται η αμφιβολία του κατά πόσο οι αφηγήσεις των δύο είναι ακριβείς και αληθινές, γεγονός που προσέδωσε ακόμα περισσότερη αγωνία· ενώ άξια λόγου είναι και μερικά διάσπαρτα τσαχπίνικα παιχνιδίσματα των αφηγητών με τον αναγνώστη.

Ξεκίνησα την ανάγνωση του βιβλίου περιμένοντας μια αστυνομική ιστορία. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Κατά τα γνώμη μου, είναι σε μεγάλο βαθμό μια ιστορία μελέτης της σχέσης του ζευγαριού.
Ένα σημαντικό κομμάτι του βιβλίου περιγράφει γλαφυρά πολλά από τα πιθανά στάδια της σχέσης αυτής. Ενθουσιασμός, εξάρτηση, προσδοκίες, θυμός, απογοήτευση, προσπάθεια, μυστικά, αποξένωση, ελπίδες, τύψεις. Και πάνω από όλα αυτά, σαν ομπρέλα πλανώνται διαρκώς ερωτήματα, όπως : Πόσο καλά μπορεί κάποιος να γνωρίζει τον/την σύντροφό του; Ποιος προσπαθεί και ποιος αποξενώνεται; Ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο; Ποιος δικαιούται να τιμωρήσει τον άλλον και με τι είδους τιμωρία;
Όμως δεν λείπει και το στοιχείο της αγωνίας για την ανακάλυψη της αλήθειας. Χωρίς να μπορώ να αποκαλύψω τα ουσιώδη, θα αρκεστώ στο ότι  πλοκή έχει δυνατές ανατροπές και είναι αξιοζήλευτα κεντημένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.

Το τέλος – παρότι πρωτότυπο και μη αναμενόμενο –  με απογοήτευσε, αλλά κρατώ την πανέμορφη διαδρομή των 563 σελίδων.


«Το κορίτσι που εξαφανίστηκε»
Gillian Flynn
Εκδ. Μεταίχμιο, 2012
Μτφ. Βάσια Τζανακάρη


Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2020

«Το τελευταίο θεώρημα του Φερμά» - Simon Singh


Πραγματικά απήλαυσα την ανάγνωση ετούτου του βιβλίου.

Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη και άκρως κατανοητή περιγραφή της «ζωής» του διάσημου αυτού μαθηματικού γρίφου, ο οποίος επί τρεισήμισι αιώνες αποτελούσε μια σπαζοκεφαλιά για ολόκληρη την Μαθηματική κοινότητα.


Ο συγγραφέας ξεκινά σκιαγραφώντας ορισμένα σημεία της Θεωρίας Αριθμών (κλάδος στον οποίο εντάσσεται και το τελευταίο θεώρημα του Φερμά), ενώ το ενδιαφέρον κομμάτι της εξιστόρησης αφορά την περίοδο μετά το 1637, οπότε και ο Pierre de Fermat έγραψε σε ένα περιθώριο βιβλίου πως έχει μια απόδειξη για το θεώρημά του, αλλά το περιθώριο της σελίδας είναι υπερβολικά μικρό για να την χωρέσει! Έκτοτε, πάμπολλοι μαθηματικοί βάλθηκαν να το αποδείξουν (ή να το καταρρίψουν) – όσο, όμως, περνούσαν τα χρόνια και καμία ολοκληρωμένη απόδειξη (ή αντιπαράδειγμα) δεν δημοσιευόταν, τόσο η φήμη του γιγαντωνόταν.

  
«Τα μαθηματικά είναι νησιά γνώσης μέσα σε μια θάλασσα άγνοιας» (σελ. 246)