Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

«Ληξιπρόθεσμα δάνεια» - Πέτρος Μάρκαρης

Με ανάμεικτα συναισθήματα ολοκλήρωσα αυτό το μυθιστόρημα του Π. Μάρκαρη.

 
εκδ. Γαβριηλίδης - σελ. 428


Η υπόθεση έχει ως εξής : το καλοκαίρι του 2010, ένας δολοφόνος αποκεφαλίζει στελέχη του τραπεζικού και του ευρύτερου οικονομικού τομέα, ενώ παράλληλα μπόλικες αφίσες, που καλούν τον κόσμο να μην ξεπληρώνει τα δάνεια στις τράπεζες, κατακλύζουν την πρωτεύουσα. Και όλα αυτά μέσα στην οικονομική κρίση που μαστίζει την χώρα.

Καταρχήν, η γραφή είναι 100% αντιπροσωπευτική της αστυνομικής γραφής που μας έχει επιδείξει ο Π.Μ. και στις προηγούμενες ιστορίες του Κώστα Χαρίτου. Γοργές και περιεκτικές περιγραφές, εύστοχοι και ζωντανοί διάλογοι και –πάνω από όλα– μια εκπληκτική πρόζα που σκιαγραφεί εξαιρετικά την κοινωνία μας μέσα από τις σκέψεις του αστυνόμου. Επιπλέον, σαν κινητός χάρτης της Αθήνας, ο Χαρίτος μας περιγράφει τις διαδρομές που κάνει, με τόσες λεπτομέρειες που είναι απίθανο να γνωρίζεις, σε σημείο που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν πραγματικά ζεις κι εσύ στην Αθήνα!
Όλα αυτά τα στοιχεία για τα οποία αγαπήθηκε ο Μάρκαρης, λοιπόν, υπάρχουν κι εδώ, και παρότι κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν “μανιέρα”, εντούτοις κάνουν τελικά το έργο να κυλάει γρήγορα και να κρατά το ενδιαφέρον σε υψηλά επίπεδα.

Από την άλλη, δεν μπορώ να μην γράψω και τα αρνητικά –όπως, τουλάχιστον, τα αισθάνθηκα εγώ.
Αρχικά μου δόθηκε η εντύπωση πως ο Μάρκαρης “πίεσε τον εαυτό του” να συμπεριλάβει μέσα στο μυθιστόρημα γεγονότα της κρίσης, καθώς αποφάσισε να γράψει την «Τριλογία της κρίσεως», αλλά κατά τη γνώμη μου δεν κατάφερε να τα δέσει απόλυτα ομοιόμορφα με την υπόθεση· σε ορισμένα σημεία είτε έμοιαζαν παράταιρα ή αχρείαστα για την υπόθεση, είτε έδιναν την αίσθηση ότι ο συγγραφέας δεν “πλάθει μύθο” αλλά αρθρογραφεί.
Επιπλέον, θα μπορούσαν κάλλιστα να λείπουν 50-60 σελίδες ενώ επίσης εκτιμώ πως και το πλέξιμο της υπόθεσης λίγο χωλαίνει· δεν πείστηκα για τα κίνητρα των εγκλημάτων έτσι όπως αυτά αποκαλύφθηκαν στο τέλος.
Ίσως τελικά να έχουν μια κάποια αλήθεια οι απόψεις που έχω διαβάσει σχετικά με την «Τριλογία της κρίσεως» : ότι, δηλαδή, ο Μάρκαρης “πιέστηκε/πίεσε τον εαυτό του” να γράψει απανωτά βιβλία μέσα στην κρίση με σκοπό να την αποτυπώσει, με (φυσική) συνέπεια να μην μπορεί να βγει αποτέλεσμα εξίσου εξαιρετικό με τα προηγούμενα βιβλία του.


Μία σκέψη που είχα κατά την ανάγνωση σχετίζεται με το αν μπορεί προς το παρόν να υπάρξει λογοτεχνία της κρίσης. Πολλοί υποστηρίζουν –και πιθανώς να έχουν δίκιο– πως δεν μπορεί να υπάρχει διότι ο συγγραφέας δεν είναι ακόμα αποστασιοποιημένος από την τρέχουσα κατάσταση και πως για να υπάρξει η αναγκαία αποστασιοποίηση θα πρέπει να περάσουν 5-10 χρόνια.
Διαβάζοντας τα «Ληξιπρόθεσμα δάνεια», σκέφτηκα ότι τελικά ίσως και να μπορεί να γράψει κανείς λογοτεχνία της κρίσης. Και αυτό γιατί η κρίση αποδεικνύεται πως δεν έχει μία και μοναδική μορφή, δεν είναι μια στάσιμη κατάσταση, αλλά είναι μια διαρκώς μεταβαλλόμενη (προς το χειρότερο) κατάσταση. Έτσι, εδώ βλέπουμε πως το “μακρινό” 2010 ο κόσμος ανησυχούσε για το κόψιμο του 13ου & 14ου μισθού και για τις αλλαγές στο ασφαλιστικό, πράγματα που στο 2015 έχουν ήδη ξεχαστεί και θεωρούνται δεδομένα κακά…


Μερικά αποσπάσματα :

«Δεν υπάρχουν κοινωνίες […]. Υπάρχουν μόνο ομάδες. Επιχειρηματίες που αγωνίζονται για τα συμφέροντά τους, εργαζόμενοι που αγωνίζονται για τα δικά τους, μέσω των συνδικάτων και άλλων οργανώσεων, υπάρχουν μόνο ομάδες που υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους. Η κοινωνία είναι ένα εφεύρημα».
[…]
Εσείς όμως δεν έχετε μηχανισμούς για να εισπράττετε φόρους. Από τη μία θέλετε αυτοί που παράγουν και κερδίζουν να ξοδεύουν τα κέρδη τους υπέρ των φτωχών, που είναι άδικο. Από την άλλη δεν μπορείτε να εισπράξετε τους φόρους από τους πλούσιους, που θα ήταν δίκαιο. Ένας από τους λόγους που κατέρρευσε η χώρα σας είναι και επειδή δεν μπόρεσε να βάλει τις σχέσεις ανάμεσα στις ομάδες σε σωστή βάση». (σελ. 167)


«Γιατί ο αθεόφοβος είπε ότι δεν υπάρχει κοινωνία. Ξέρεις τι θα πει να φας τη ζωή σου σε φυλακές, εξορίες, βασανιστήρια, για ν’ αλλάξεις την κοινωνία, κι αυτός να σου λέει ότι αυτό που ήθελες ν’ αλλάξεις δεν υπάρχει; Σου τα γκρεμίζει όλα». (σελ. 277)


«Δεν ξέρω τι θα κάνετε, αλλά θυμάσαι ,τι λέγαμε παλιά: τα πρώτα ογδόντα χρόνια είναι δύσκολα, μετά πεθαίνεις κι ησυχάζεις. Λοιπόν τώρα, τα πρώτα ογδόντα χρόνια δεν είναι μόνο δύσκολα, πάνε να γίνουν και εργάσιμα». (σελ. 388)


«Εδώ και στο νοσοκομείο χρειάζεσαι μέσο, για να μη σε πετάξουν σε κανένα ράντζο στον διάδρομο και να περιμένεις κάποιον ασκούμενο γιατρό ν’ ασχοληθεί μαζί σου, όποτε του καπνίσει. Μπορεί η κάθε τρόικα να λέει ό,τι θέλει, αλλά το μέσο σώζει ζωές στη Ελλάδα. (σελ. 428)