Ξεκίνησα να το διαβάζω περιμένοντας απλώς μια ιστορία μυστηρίου,
από αυτές που καταβροχθίζονται γρήγορα και ανεβάζουν την αδρεναλίνη, αλλά
τελικά ήταν κάτι παραπάνω από αυτό.
εκδ. Anubis (2013) - σελ.
425
μτφ. Ηφαιστίων Χριστόπουλος
Η δημοσιογράφος Γουέντι Τάινς παρουσιάζει μια τηλεοπτική
εκπομπή που ειδικεύεται στο να «πιάνει στα πράσα» παιδόφιλους. Ένα από τα
«θύματά» της είναι ο Νταν Μέρσερ, ο οποίος όμως αρνείται όλες τις κατηγορίες. Τελικά,
η νεαρή δημοσιογράφος βοήθησε να πιαστεί ένας ανώμαλος ή βιάστηκε να χαντακώσει
έναν αθώο;
Προφανώς, τίποτα σε αυτήν την πολυπρόσωπη ιστορία
δεν είναι όπως αρχικά φαίνεται. Πολλά μυστικά, άλλα πρόσφατα κι άλλα και κρυμμένα
στο παρελθόν, έρχονται σιγά-σιγά στο φως από την Γουέντι, η οποία δεν σταματά
μέχρι να ανακαλύψει την αλήθεια.
Η πλοκή είναι πολύ ωραία πλεγμένη (αν και μερικά
σημεία θα μπορούσαν να είναι λίγο πιο λεπτομερώς δουλεμένα), το σασπένς είναι έντονο
ενώ και οι ανατροπές δεν σταματούν παρά μόνο στο τέλος.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως ο
συγγραφέας, εδώ, βασανίζει αλύπητα τους ήρωές του. Όλοι βιώνουν τα προσωπικά
τους δράματα· άλλος έχοντας χάσει άτομα της οικογένειάς του, άλλος περιμένοντας
να βρεθεί το παιδί του που είναι μήνες εξαφανισμένο, άλλος έχοντας μπλεχτεί σε
σκάνδαλο που του κοστίζει την καριέρα και την οικογενειακή γαλήνη, άλλος
παίρνοντας την ευθύνη για σφάλματα άλλων, άλλος προσπαθώντας να αποδώσει μόνος
του τη δικαιοσύνη που δεν αποδίδει ο νόμος, άλλος βασανιζόμενος από τύψεις
συνείδησης, άλλος λαχταρώντας μια συγχώρεση που θα τον εξιλεώσει. Προσωπικά,
είχα πολύ καιρό να λυπηθώ τόσο πολύ μυθιστορηματικούς ήρωες
Εκτός από την πλοκή και το μυστήριο, όμως, δεν
λείπουν και κάποια ζητήματα άξια προβληματισμού.
Η κατανάλωση αλκοόλ από του εφήβους (που
φαντάζομαι πως αποτελεί μεγαλύτερο πρόβλημα στην Αμερική από ό,τι εδώ) και το
τι μπορούν οι γονείς να κάνουν για αυτό. Χαρακτηριστικά, ορισμένοι γονείς φτάνουν
στο σημείο μέχρι και να οργανώσουν οι ίδιοι στο σπίτι τους πάρτι με αλκοολούχα
ποτά για τα παιδιά τους, κάνοντας παράλληλα τα στραβά μάτια, με τη σκέψη πως
«αφού θα πιουν είτε τους το απαγορεύσουμε είτε όχι, τουλάχιστον ας το κάνουν σε
ένα ελεγχόμενο περιβάλλον». Κάποιοι συμφωνούν τη συγκεκριμένη τακτική, κάποιοι
όχι.
Έπειτα, η συγχώρεση. Για πόσο μπορείς να
διατηρείς το μίσος που –δικαιολογημένα–
έχεις για κάποιον που σε έβλαψε; Μήπως από ένα σημείο και μετά, ο αυτοσκοπός
για εκδίκηση σου κατατρώει όλο το υπόλοιπο φάσμα της ζωής σου; Μήπως καταφέρνοντας
να συγχωρήσεις, ελευθερώνεσαι κι εσύ ο ίδιος από τα ψυχοφθόρα δεσμά της
επιθυμίας για εκδίκηση;
Τέλος, η ισχύς των φημών και των κουτσομπολιών.
Ο λαός μας λέει «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα». Σύμφωνα με τον νόμο,
καθένας είναι αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου, αλλά μήπως τελικά ισχύει το
αντίστροφο; Μήπως, από τη στιγμή που σου κολλήσει η ρετσινιά, είσαι ένοχος
μέχρι αποδείξεως του εναντίου; Κι ακόμα παραπέρα, μήπως από τη στιγμή που θα
κυκλοφορήσουν οι φήμες, δεν θα έχει πλέον και τόση σημασία η αλήθεια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου