Το βιβλιοφιλικό-νουάρ
μυθιστόρημα αυτό είναι το πρωτόλειο του σεναριογράφου και καθηγητή
κινηματογράφου Γιάννη Μαρούδα (γεν. 1968).
εκδ.
Ωκεανίδα (2007) - σελ. 413
Την περίοδο που το ποιητικό περιοδικό
«Κιβωτός», έπειτα από είκοσι οκτώ χρόνια συνεχούς κυκλοφορίας, βρίσκεται στο
χείλος της οικονομικής καταστροφής και ετοιμάζεται το τελευταίο τεύχος του, βρίσκει
αναπάντεχη σανίδα σωτηρίας στην διαθήκη μιας πλούσιας φιλότεχνης, της Πηνελόπης
Γκαβογιάννη. Και ενώ φαίνεται μια σανίδα σωτηρίας για το περιοδικό, τα μέλη της
συντακτικής ομάδας –ο Μηνάς, ο Χάρης, ο Αντώνης και η Μάρω– μπλέκουν σε διάφορες περιπέτειες που επισκιάζουν το
απροσδόκητο νέο της διαθήκης.
Παρότι ο συνδυασμός της βιβλιοφιλίας με
το σασπένς του νουάρ υπόσχεται ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, εντούτοις ελάχιστα με
συγκίνησε το πρωτόλειο έργο του Μαρούδα. Σε γενικές γραμμές σχημάτισα την
εντύπωση πως ο συγγραφέας θέλησε να γράψει ένα μυθιστόρημα με κύριο άξονα την
ποίηση και είχε την ιδέα να το καλύψει με τον μανδύα του νουάρ, σε μια
προσπάθεια να το κάνει πιο ελκυστικό. Μια τακτική με την οποία δεν θα
διαφωνούσα καθόλου, αν το αποτέλεσμα δεν έδινε την αίσθηση ενός αμήχανου μίξερ μερικών
συστατικών best-seller.
Πιο συγκεκριμένα, είδα μερικούς κλισέ
χαρακτήρες (π.χ. κλεισμένοι στον εαυτό τους, άφραγκοι και αντικοινωνικοί
ποιητές, αδίστακτοι μεγαλο-εργολάβοι), ένα ελαφρύ πασπάλισμα τρομοκρατίας,
μπόλικες αναφορές σε επιχειρηματικο-εκδοτικο-κυβερνητικά συμφέροντα, μια
απαραίτητη δόση ερωτικού τριγώνου, εκβιασμών και αστυνομικών ερευνών, και
ανάμεσα σε όλα αυτά μερικές αναφορές σε ποιήματα του Κάλβου, που δεν στάθηκαν ικανές
να προσδώσουν κάτι το διαφορετικό.
Δεν θεωρώ πως όλα αυτά τα συστατικά
έδεσαν επιτυχώς (η παρουσία των οποίων, φυσικά, από μόνη της δεν μπορεί να κάνει
το αριστούργημα, αλλά ο δημιουργός είναι που θα τους δώσει την κατάλληλη
υπόσταση και θα τα συνδέσει μεταξύ τους) και αναπόφευκτα το τελικό αποτέλεσμα
δεν με ενθουσίασε.
Φυσικά η λογοτεχνία δεν είναι ούτε αγώνας
δρόμου ούτε πεδίο ανταγωνισμού και συγκρίσεων μεταξύ συγγραφέων, αλλά δεν μπορώ
να μην αναφέρω τη διαρκή αντιπαραβολή που συνέβαινε στον νου μου, κατά τη
διάρκεια της ανάγνωσης, μεταξύ αυτού του βιβλίου και του «Μυστικού της τελευταίας σελίδας» του Νίκου Χρυσού. Με βασικό κοινό άξονα την ποίηση,
επιχειρούν αμφότερα το χτίσιμο μιας ιστορίας γύρω από ποιητές και στίχους, αλλά
-κατά τη γνώμη μου, πάντα- το δεύτερο υπερτερεί σαφώς, καθώς εμφανίζει μια
ωριμότητα, μια πυκνότητα και μια αρτιότητα στη δομή της πλοκής που είναι
πραγματικά αξιοζήλευτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου