Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

«Άδεια εξόδου» - Céline Curiol

Ο Οργανισμός ιδρύθηκε για να προστατέψει τις μελλοντικές γενιές από τη μάστιγα του πολέμου και της τυραννίας και για να διασφαλίσει τον σεβασμό στα βασικά δικαιώματα του ανθρώπου σε όλον τον πλανήτη και ιδιαίτερα το δικαίωμά του στην ελευθερία. Ο Οργανισμός ιδρύθηκε πάνω στην αρχή της ισότητας των μελών του τα οποία έχουν την υποχρέωση να προσφεύγουν σ’αυτόν σε περίπτωση διένεξης.

εκδ. ποταμός - σελ. 235
μτφ. Σάντρα Βρέττα


Εκεί εργάζεται ως «συνοψιστής» ο (μη κατονομαζόμενος) ήρωας της ιστορίας μας. Τα καθήκοντά του περιλαμβάνουν την παρακολούθηση των συνεδριάσεων των αντιπροσώπων των χωρών και την συνοπτική καταγραφή των κυριότερων σημείων.
Οι ανώτεροί τού έχουν ζητήσει μια αντικειμενική και ειλικρινή αναφορά για τις συνθήκες ζωής και εργασίας στο πολυώροφο κτίριο του Οργανισμού και ετούτο το βιβλίο είναι ακριβώς αυτό : η αναφορά του.

Χωρίς να δηλώνεται καθαρά, το μυθιστόρημα χωρίζεται –νοητά– σε δύο μέρη.
Στο πρώτο μισό, με μία αφήγηση ακόμα πιο καφκική κι από έργα του Κάφκα, ο ήρωας περιγράφει λεπτομερώς την ζωή (του) μέσα στον Οργανισμό. Εκεί τα πάντα είναι προκαθορισμένα· το πού κοιμάται και τι ρούχα θα φοράει ο καθένας, με ποιους επιτρέπεται να έρχονται σε επαφή οι υπάλληλοι, σε ποια σημεία του κτιρίου έχουν δικαίωμα πρόσβασης και σε ποια όχι, κτλ.
Κι ο ίδιος ο αφηγητής, όμως, είναι υπόδειγμα υπαλλήλου. Τυπικότατος, είναι τόσο αφοσιωμένος στους κανονισμούς σε σημείο που δίνει την εντύπωση πως θα ήθελε ακόμα περισσότερους περιορισμούς στην καθημερινότητά του από εκείνους που έχουν ήδη επιβληθεί.
Γιατί αυτό που έχει σημασία είναι η δραστηριότητά μου στους κόλπους του Οργανισμού και ο τρόπος που την ασκώ· αυτό είναι που δίνει νόημα στις μέρες και στον χρόνο μου.
Όλα αυτά μέχρι να αποκτήσει επαφές με έναν άλλον συνοψιστή (άρα και ανταγωνιστή του), τον Α. Ο Α., που φαίνεται πολύ λιγότερο ανεκτικός στο αυστηρό περιβάλλον, μέρα με τη μέρα καταφέρνει και φέρνει κλυδωνισμούς στην προσήλωση του αφηγητή στους πιεστικούς κανονισμούς του Οργανισμού.


Το πρώτο μέρος μου άρεσε αρκετά. Η καφκική αφήγηση είναι πολύ πετυχημένη και μεταδίδει άριστα το κλίμα εγκλεισμού και αυστηρότητας· σε κάνει να νιώθεις ότι βρίσκεσαι κι εσύ μέσα σ’αυτήν την αποπνικτική κατάσταση των διαρκών περιορισμών και της σκληρής πειθαρχίας.

Αντίθετα δεν ευχαριστήθηκα τόσο το δεύτερο μέρος. Η αφήγηση γίνεται (εάν είναι δόκιμος ο όρος) “υπερβολικά λογοτεχνική” σε σχέση με προηγουμένως (βέβαια, προφανώς με σκοπό να αναδειχθεί η μεταβολή των συναισθημάτων του κεντρικού ήρωα), ενώ με ξένισε και ένα εύρημα που χρησιμοποίησε η Curiol, το οποίο κατά τη γνώμη μου, περισσότερο μπερδεύει και αποπροσανατολίζει από τους προβληματισμούς που αλληγορικά επιχειρεί η ίδια να μας μεταφέρει, παρά προσφέρει κάτι στην πλοκή.


Μπορεί κανείς να διαβάσει τις πρώτες σελίδες, στην ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου