Η «οικογένεια
του Πασκουάλ Ντουάρτε» είναι μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα νουβέλα που περιγράφει την
μίζερη και δυστυχισμένη ζωή ενός άνδρα στην ισπανική επαρχία των αρχών του
εικοστού αιώνα.
εκδ.
Καστανιώτη & FAQ (2010) - σελ. 123
μτφρ.
Ισμήνη Κανσή
Ο Πασκουάλ Ντουάρτε, έγκλειστος στις φυλακές του
Μπανταχός, γράφει κάτι σαν τα απομνημονεύματά του. Μην έχοντας κάτι άλλο να
κάνει τις ατέλειωτες ώρας μοναξιάς, έχει βαλθεί να γράψει όσο λεπτομερέστερα
μπορεί την πορεία της ζωής του. Από όσα περιγράφει, η ζωή του κάθε άλλο παρά
ευτυχισμένη και ανέμελη ήταν. Από τα παιδικά του χρόνια που στιγματίστηκαν από
τον βίαιο πατέρα του και την αλκοολική μητέρα του, μέχρι την καταστροφή που
τον συνόδευε κάθε φορά που προσπαθούσε να φτιάξει τη δική του οικογένεια, ποτέ δεν
είδε το καλό πρόσωπο της μοίρας.
Διαβάζοντάς το, μου θύμισε μια φράση σύμφωνα με την
οποία «σκοπός της λογοτεχνίας δεν είναι να δίνει απαντήσεις, αλλά να θέτει
ερωτήματα». Αυτό ακριβώς κάνει εδώ ο νομπελίστας συγγραφέας. Όπως και ο ίδιος ο
Πασκουάλ μέσα από τα σίδερα της φυλακής, έτσι και ο Cela –μέσω της
αφήγησης– θέτει το εξής ερώτημα : η δυστυχία που βιώνει κάποιος άνθρωπος είναι άραγε προδιαγεγραμμένη
από τη μοίρα του και δεν μπορεί με τίποτα να την εμποδίσει ή μήπως
είναι αποτέλεσμα των πράξεών του και ο ίδιος ευθύνεται γι’αυτήν;
Κι αν το ερώτημα μένει ν’απαντηθεί απ’τον αναγνώστη, ο
Πασκουάλ μοιάζει να καταλήγει στο συμπέρασμα πως η δυστυχία ήταν γραμμένη για
αυτόν και όσο σκληρά κι αν προσπάθησε, δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα για
διαφοροποιήσει τη μοίρα του. Χαρακτηριστικά αναρωτιέται :
Ποιος ξέρει αν δεν ήταν ο Θεός που με τιμωρούσε για τις παλιές μου αμαρτίες και γι’αυτές που έμελλε ακόμα να κάνω! Ποιος ξέρει αν δεν ήταν γραμμένο στις Θείες Σελίδες ότι δηλαδή η δυστυχία θα’ταν ο μοναδικός μου προορισμός, το μοναδικό μονοπάτι απ’όπου θα οδηγούσα τις θλιβερές μέρες μου!
Αυτή η νουβέλα, στον νου μου παραλληλίζεται έντονα με
τον «Ξένο» του Camus. Μικρής έκτασης έργα και τα
δύο, με έναν κεντρικό χαρακτήρα που αφηγείται τα όσα έχει ζήσει (και που μόνο χαρούμενο
δεν θα τον έλεγε κανείς) και –το κυριότερο– κυριαρχεί ένας στοχασμός και μια διάθεση
φιλοσοφικής αναζήτησης γύρω από τη ζωή.
Μου έκανε εντύπωση το γεγονός πως αυτό ήταν το πρώτο
έργο του Camilo José Cela (1916-2002),
το οποίο έγραψε, μάλιστα, σε ηλικία μόλις είκοσι έξι ετών. Θεωρητικά, το πρώτο
έργο ενός νεαρού συγγραφέα θα περίμενε κανείς να ξεχειλίζει από ενθουσιασμό και
από δίψα να βγάλει από μέσα του όσα περισσότερα μπορεί –τούτο εδώ, όμως, χαρακτηρίζεται
από μια θαυμαστή ωριμότητα και έναν απέριττο και ήρεμο λόγο, που θα στοιχημάτιζα
πως πρόκειται για έργο ενός φτασμένου και μεγαλύτερης ηλικίας συγγραφέα.
«Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε» ανήκει κι αυτή στα παλιότερα αναγνώσματά μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘυμάμαι ότι μου είχε αρέσει και τίποτε άλλο.
Αχ, αυτή η μνήμη μου μου παίζει παιχνίδια τελευταία. Όμως χάρηκα που σας βρίσκω να το σχολιάζετε, ελπίζοντας κάποια στιγμή να το ξαναδιαβάσω (ναι, ΚΑΙ αυτό!)
κ.κ.
Και σε μένα άρεσε πολύ και ακόμη περισσότερο χαίρομαι γιατί το αγόρασα σχεδόν κατά τύχη -έχοντας γεμίσει μια αγκαλιά από βιβλιαράκια της συλλογής Νόμπελ, κάτι με ώθησε να το πάρω κι αυτό, παρότι δε κέντριζε η σύνοψη στο οπισθοφυλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛογικό να θέλετε να το ξαναδιαβάσετε, αν και μάλλον θα πρέπει να αφοσιωθούμε στα "αδιάβαστα" γιατί η σχετική στοίβα μεγαλώνει διαρκώς και δεν υπάρχει απεριόριστος αναγνωστικός χρόνος...
Συμφωνώ απόλυτα ότι είναι ένα θαυμάσιο και ώριμο έργο. Δεν ήξερα ότι ο συγγραφέας το έγραψε τόσο νέος. Θα το ξαναδιαβάσω κάποια στιγμή. Το ερώτημα σχετικά με τη δυστυχία νομίζω είναι αναπάντητο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, πολλές γνώμες στο διαδίκτυο εστιάζουν στην ωριμότητα αυτού του έργου. Είναι πράγματι πολύ ώριμο και όντως θέτει ένα μεγάλο φιλοσοφικό ερώτημα, που προφανώς είναι πολύ δύσκολο (αν όχι αδύνατον) να απαντηθεί με σιγουριά...
ΑπάντησηΔιαγραφή